διεσφαίριζε

διεσφαίριζε
διασφαιρίζω
throw about like a ball
imperf ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • διασφαιρίζω — (Α) ρίχνω κάτι εδώ κι εκεί σαν σφαίρα, διασκορπίζω («πᾱσα δ ἡματωμένη χεῑρας, διεσφαίριζε σάρκα Πενθέως») …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”